ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ - Η δημιουργία και η δυσβάστακτη εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων

 

Το 2007 ξέσπασε η μεγαλύτερη στην παγκόσμια ιστορία χρηματοπιστωτική κρίση. Ξεκινώντας από τα στεγαστικά δάνεια μειωμένης εξασφάλισης, οδήγησε σε μία παρατεταμένη ύφεση ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία. Ιδιαίτερα, όσον αφορά στον τραπεζικό κλάδο, ο οποίος επηρεάστηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό, η μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, η μαζική φυγή καταθέσεων και η αδυναμία των οφειλετών να καθίστανται ενήμεροι απέναντι στις οφειλές τους, είχαν σαν αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων και του αναλαμβανόμενου πιστωτικού κινδύνου.

 

Το χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελεί εκείνο το οικονομικό σύστημα, το οποίο έχει ως μέσο λειτουργίας το χρήμα και η χρησιμότητά του έγκειται στη διαμεσολάβηση κατά τη διαδικασία ανταλλαγής αγαθών και υπηρεσιών σε μία οικονομία. H βασικότερη δραστηριότητα των χρηματοπιστωτικών Οργανισμών είναι η αποδοχή των αποταμιεύσεων των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τα οποία με τη σειρά τους χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση διαφόρων επενδυτικών σχεδίων, που αφορούν στην ικανοποίηση καταναλωτικών αναγκών των νοικοκυριών ή αναγκών, για χρήση κεφαλαίου κίνησης, των επιχειρήσεων. Η χορήγηση δανείων αποτελεί τον κορμό των εργασιών των τραπεζών, απαρτίζοντας ένα πολύ μεγάλο τμήμα του συνόλου του ενεργητικού τους και δημιουργώντας την κύρια πηγή εσόδου γι’ αυτές, δηλαδή τους τόκους.

 

Ανάλογα με το χρόνο εξόφλησής τους, τα δάνεια διακρίνονται σε εξυπηρετούμενα και μη εξυπηρετούμενα. Όταν υπάρχει προσωρινή, βραχυπρόθεσμη ή και μακροπρόθεσμη δυσκολία στην αποπληρωμή των οφειλών τους, οι δανειολήπτες και οι τράπεζες προχωρούν σε αναπροσαρμογή, ρύθμιση ή και επαναδιαπραγμάτευση των υπαρχόντων όρων της δανειακής σύμβασης. Τέτοιες διευκολύνσεις είναι η καταβολή μειωμένης δόσης για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, η παροχή περιόδου χάριτος με καταβολή μηδενικού ποσού ή μόνο τοκοπληρωμή για ορισμένο διάστημα και, φυσικά, η επέκταση της συνολικής διάρκειας του δανείου.

 

Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στη χώρα μας, αποτελούν πλέον ένα από τα πιο βασικά και σημαντικότερα προβλήματα που καλείται το ελληνικό τραπεζικό σύστημα να επιλύσει. Η σταδιακή μείωσή τους και η εξυγίανση του δανειακού χαρτοφυλακίου των ελληνικών τραπεζών είναι πλέον η νούμερο ένα προτεραιότητα, καθώς από αυτή εξαρτάται η επιβίωσή τους, αλλά και η τοποθέτηση της ελληνικής οικονομίας ξανά σε τροχιά ανάπτυξης. Το πρόβλημα των «κόκκινων δανείων», όμως, δεν είναι μόνο οικονομικό και δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνο ως τέτοιο. Η ύπαρξη κοινωνικών προεκτάσεων είναι πλέον κάτι παραπάνω από εμφανής, καθώς η χρηματοπιστωτική κρίση στη χώρα μας ,από το 2009 μέχρι και σήμερα, οδήγησε στην οικονομική εξαθλίωση μεγάλο αριθμό νοικοκυριών και επιχειρήσεων, καθιστώντας αδύνατη, ότι μόνο την αποπληρωμή των χρεών τους, αλλά και την ίδια την επιβίωσή τους.

 

Την τελευταία δεκαετία, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων των ελληνικών τραπεζών βαίνει συνεχώς αυξανόμενο, γεγονός το οποίο έχει άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα των ελληνικών τραπεζών και, φυσικά, στην κερδοφορία τους. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, στην προσπάθειά του να επουλώσει τις πληγές του ύστερα από την πολυετή και πρωτόγνωρη, για τα δεδομένα της χώρας μας, οικονομική κρίση, και από την επιβολή των capital controls το 2015, καλείται τώρα να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά και με τις μικρότερες δυνατές απώλειες, το ζήτημα των «κόκκινων δανείων».

 

Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ελλάδα

Σήμερα, ένα από τα μείζονα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι η διαχείριση και η μείωση των κόκκινων δανείων. Από την έναρξη της κρίσης στη χώρα το 2011, ο αριθμός των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει αυξηθεί ραγδαία, καθώς τα εισοδήματα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων έχουν μειωθεί κατά πολύ και το ποσοστό της ανεργίας ακολουθεί αντιστρόφως ανάλογη πορεία. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει πλέον να αντιμετωπίσει τη μεγαλύτερη πρόκληση ύστερα από την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών στη χώρα μας τον Ιούλιο του 2015, προκειμένου να διατηρήσει τη βιωσιμότητά του.

 

Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η διαχείριση και μείωση των κόκκινων δανείων αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Σύμφωνα με στοιχεία του Ταμείου, το μέγεθός τους αγγίζει τα 900 δις ευρώ, 100 δις εκ των οποίων (ποσοστό 10%) προέρχεται από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια της χώρας μας. Επιπλέον, βάσει στατιστικών στοιχείων από το 2000 και έπειτα το ποσοστό των κόκκινων δανείων του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος είναι μόνιμα πάνω από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Η ουσιαστική δέσμευση των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών απέναντι στον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) είναι η δραστική μείωση του ύψους των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε επίπεδα μεταξύ 17% και 22%, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε πιστωτικού ιδρύματος, από τα σημερινά υψηλά 43%-54%. Οι στόχοι αυτοί παραπέμπουν σε μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στα 35-40 δισ. Ευρώ, για όλο το τραπεζικό σύστημα, μέχρι τα τέλη του 2021. Πρόκειται για μείωση της τάξης του 55% (περίπου κατά 45 δις ευρώ), την οποία θα επιτύχουν μέσα από τιτλοποιήσεις χαρτοφυλακίων, πλειστηριασμούς, πωλήσεις μεγάλων πακέτων ακινήτων, βιώσιμες και μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις προς τους δανειολήπτες, αλλά και περιορισμούς οφειλών, ώστε να επέλθει πιο γρήγορα η εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών.

 

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επισημαίνει ότι το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρωζώνη γενικότερα, και η αδυναμία εύρεσης ολοκληρωμένης και βιώσιμης λύσης, αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες αναταραχών στις χρηματαγορές τα τελευταία χρόνια. Ειδικά στη χώρα μας, οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις τα τελευταία δέκα χρόνια, οδήγησαν σε δραματική συρρίκνωση του τραπεζικού κλάδου, συνεχόμενες ανακεφαλαιοποιήσεις και εκτόξευση του συνολικού χαρτοφυλακίου των κόκκινων δανείων σε άνευ προηγουμένου υψηλά επίπεδα. Οι συγχωνεύσεις μεταξύ των τραπεζών είχαν σαν αποτέλεσμα οι νέοι τραπεζικά Οργανισμοί να επιτυγχάνουν υψηλότερους δείκτες αποδοτικότητας (ROE και ROA) και οικονομίες κλίμακας, παράλληλα, όμως, οδήγησαν σε ολιγοπωλιακές καταστάσεις σε μια ήδη μη φυσιολογική και εύθραυστη κατάσταση, όσον αφορά στη βιωσιμότητά τους.

 

Συμπερασματικά, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, με κύριο αρωγό τη νομοθεσία και τις πολιτικές των τραπεζικών διοικήσεων, μπορούν να οδηγήσουν σε μακροπρόθεσμες και βιώσιμες λύσεις για τους δανειολήπτες, προκειμένου να μπορούν να ανταποκριθούν ξανά στις υποχρεώσεις τους. Επιτακτική καθίσταται η ανάγκη εξυγίανσης των ισολογισμών των τραπεζών, μέσω της τιτλοποίησης απαιτήσεων, αλλά και των γενναίων περιορισμών οφειλών, έτσι ώστε με αργά μεν, σταθερά δε βήματα, να επιστρέψει τόσο το τραπεζικό σύστημα, όσο και το σύνολο της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης. 

Ιωάννης Μυλωνακης, 

Διδάκτορας Διοίκησης Επιχειρήσεων 

Πηγή: epixeiro.gr 

 



ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΚΟΖΑΝΗΣ

Διεύθυνση: Ι. ΦΑΡΜΑΚΗ 2,
Τ. Κ. 50131 ΚΟΖΑΝΗ,
chambers@otenet.gr
Τηλέφωνο επικοινωνίας: 2461041693, 2461034669
Fax: 2461033976, 2461033356

ΩΡΑΡΙΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

Δευτέρα έως Παρασκευή:
07:00 – 15:00

© 2018 Επιμελητήριο Κοζάνης     Web Design & Development SGA.GR